Η παραίτηση Τσίπρα και το νέο πολιτικό σκηνικό
Η απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να αποχωρήσει από τη Βουλή σηματοδοτεί την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα. Μια κίνηση που προκαλεί αναταράξεις στην Αριστερά και φέρνει ρευστότητα σε ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό.
Η παραίτηση του πρώην πρωθυπουργού από το βουλευτικό του αξίωμα, όπως ανακοινώθηκε χθες, αποτελεί μια καθαρά πολιτική πράξη με πολλαπλές στοχεύσεις και εξίσου σημαντικές συνέπειες. Τα μηνύματα που εκπέμπονται προς το πολιτικό σύστημα είναι προς το παρόν θολά, αλλά ταυτόχρονα απολύτως σαφή: ο Αλέξης Τσίπρας αποχωρεί από το Κοινοβούλιο για να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ευθύνη μιας νέας πρωτοβουλίας, έξω από τα στενά όρια της σημερινής πολυκερματισμένης Αριστεράς. Παράλληλα, επιδιώκει να απελευθερωθεί από τα δεσμά ενός κόμματος που έχει χάσει πλέον την ηγεμονική του θέση στο πολιτικό τοπίο.
Μέσα στον επόμενο μήνα αναμένεται η παρουσίαση του βιβλίου του, το οποίο θα λειτουργήσει ως αφετηρία για να καταγραφεί η απήχησή του στο εκλογικό σώμα. Η παρουσίαση αυτή θεωρείται το πρώτο βήμα προς τη δημιουργία του νέου πολιτικού φορέα, η οποία πιθανότατα θα ακολουθήσει την άνοιξη. Το νέο εγχείρημα μπορεί να πάρει τη μορφή είτε ενός κόμματος που θα προσελκύσει στελέχη της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, είτε μιας «ομπρέλας» που θα επιχειρήσει να ενώσει τα διάσπαρτα τμήματα της Αριστεράς.
Οι συνέπειες για τον ΣΥΡΙΖΑ
Ο πρώτος που πλήττεται άμεσα από αυτή την εξέλιξη είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου η συνοχή δοκιμάζεται ήδη. Μετά από μια σειρά εσωτερικών κρίσεων και αλλαγών στην ηγεσία, το κόμμα παραμένει δημοσκοπικά αδύναμο. Η αποχώρηση του φυσικού του ηγέτη επιτείνει την εσωστρέφεια και δυσχεραίνει τις προσπάθειες ανασυγκρότησης.
Παράλληλα, η παραίτηση Τσίπρα λειτουργεί ως μήνυμα προς τα στελέχη και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ: ανοίγει τον δρόμο για νέες συμμαχίες, μετακινήσεις και διεργασίες στον χώρο της Αριστεράς. Αν ο πρώην πρωθυπουργός προχωρήσει πράγματι σε νέο φορέα που θα επιχειρήσει να προσεγγίσει τα μεσαία στρώματα και τους απογοητευμένους ψηφοφόρους, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να περιοριστεί ακόμη περισσότερο, λειτουργώντας ως σκιά του παλιού του εαυτού.
Νέοι συσχετισμοί στην Αριστερά
Η πρωτοβουλία Τσίπρα αναδιαμορφώνει συνολικά τον χώρο της Αριστεράς. Αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες ότι το νέο κόμμα θα έχει «ανανεωτικό» ή «κεντροαριστερό» χαρακτήρα – όπως φαίνεται το πιο πιθανό σενάριο – τότε διαμορφώνονται νέες ισορροπίες. Ένα μέρος των παραδοσιακών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και ορισμένοι απογοητευμένοι υποστηρικτές του ΠΑΣΟΚ ενδέχεται να στραφούν προς το νέο εγχείρημα, βλέποντάς το ως πιο ρεαλιστική προοδευτική επιλογή.
Αυτό μπορεί να έχει δύο βασικά αποτελέσματα:
- Να οδηγήσει σε περαιτέρω κατακερματισμό της αριστερής ψήφου, κάτι που θα ευνοήσει τη Νέα Δημοκρατία.
- Να επανατοποθετήσει το πολιτικό κέντρο, οξύνοντας τον ανταγωνισμό για τους λεγόμενους «μεσαίους» ψηφοφόρους.
Η κρίσιμη θέση του ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται πλέον σε ευαίσθητη ισορροπία. Η δημιουργία ενός νέου κόμματος υπό τον Τσίπρα, με σαφή κεντροαριστερό προσανατολισμό, μπορεί να αποσπάσει τμήμα του εκλογικού του ακροατηρίου — ιδιαίτερα όσους θεωρούν ότι το ΠΑΣΟΚ δεν εκφράζει αρκετά ριζοσπαστικές προτάσεις.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα μπορούσε να προκαλέσει νέο κύκλο εσωστρέφειας, αμφισβήτηση της ηγεσίας Ανδρουλάκη και αναζωπύρωση εσωτερικών αντιπαραθέσεων ενόψει εκλογών.
Ωστόσο, η μετατόπιση του Τσίπρα προς την Κεντροαριστερά μπορεί να αποτελέσει και ευκαιρία για τον Νίκο Ανδρουλάκη: η Χαριλάου Τρικούπη ενδέχεται να επωφεληθεί από τη δυνατότητα να διατυπώσει μια καθαρή, μετριοπαθή πολιτική πρόταση, παρουσιάζοντας το ΠΑΣΟΚ ως τον σταθερό, αξιόπιστο εκφραστή του Κέντρου.
Ευκαιρίες και κίνδυνοι για τη Νέα Δημοκρατία
Το νέο κόμμα Τσίπρα μπορεί να λειτουργήσει με δύο τρόπους: είτε ως «ανάχωμα» για τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της Αριστεράς, είτε ως παράγοντας περαιτέρω διάσπασης. Το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα καταφέρει να παρουσιάσει συνεκτικό πρόγραμμα και να οικοδομήσει πολιτικούς μηχανισμούς με απήχηση στην κοινωνία.
Για τη Νέα Δημοκρατία, η παραίτηση Τσίπρα δημιουργεί τόσο ευκαιρίες όσο και προκλήσεις. Βραχυπρόθεσμα, η κυβέρνηση μπορεί να επωφεληθεί από τη νέα διάσπαση της Αριστεράς, διατηρώντας ή και ενισχύοντας το προβάδισμά της. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, η εμφάνιση ενός νέου κεντροαριστερού σχηματισμού με ισχυρό πολιτικό πρόσωπο στην ηγεσία μπορεί να αποτελέσει σοβαρή απειλή, εφόσον καταφέρει να προσελκύσει το ενδιαφέρον του μετριοπαθούς εκλογικού σώματος.
Σε αυτή την περίπτωση, η Νέα Δημοκρατία θα αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσει τη στρατηγική της απέναντι σε έναν αντίπαλο με υψηλή αναγνωρισιμότητα και πολιτικό βάρος. Η μέχρι τώρα στάση του Μαξίμου, που φαίνεται να υποτιμά την πολιτική επανεμφάνιση του Τσίπρα, μπορεί να αποδειχθεί κοντόφθαλμη αν ο πρώην πρωθυπουργός καταφέρει να προβάλει τον εαυτό του ως πειστική εναλλακτική απέναντι στο σημερινό σύστημα εξουσίας – κάτι που καμία άλλη δύναμη της αντιπολίτευσης δεν έχει μέχρι στιγμής επιτύχει.
Οι κρίσιμες παράμετροι
Τρεις παράγοντες θα καθορίσουν τη δυναμική του νέου εγχειρήματος Τσίπρα:
- Η ιδεολογική ταυτότητα: Αν το νέο κόμμα δεν διαφοροποιηθεί επαρκώς από το ΠΑΣΟΚ και κινηθεί πολύ κοντά του, κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στον ίδιο χώρο, ανταγωνιζόμενο για τις ίδιες δυνάμεις του Κέντρου.
- Η οργανωτική συγκρότηση: Χωρίς ισχυρό δίκτυο και κομματική παρουσία σε περιφέρειες και πόλεις, το νέο σχήμα θα δυσκολευτεί να αποκτήσει γνήσια κοινωνική βάση.
- Η αξιοπιστία: Αν ο Τσίπρας κατορθώσει να πλαισιωθεί από στελέχη με κυβερνητική εμπειρία και κοινοβουλευτικό κύρος, τότε η νέα του πρόταση θα αποκτήσει βαρύτητα· διαφορετικά θα μείνει στο επίπεδο των εντυπώσεων.
Ρευστότητα και νέα διλήμματα
Συνολικά, η παραίτηση Τσίπρα και η επικείμενη ίδρυση νέου κόμματος μεταβάλλουν άμεσα τους πολιτικούς συσχετισμούς: φέρνουν νέα ρευστότητα στην Αριστερά, εντείνουν τον ανταγωνισμό στο Κέντρο και δημιουργούν νέα διλήμματα για την κυβέρνηση.
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι μόνο αν ο Αλέξης Τσίπρας θα ιδρύσει κόμμα, αλλά αν αυτό θα καταφέρει να οικοδομήσει έναν βιώσιμο πολιτικό χώρο ανάμεσα στον αποδυναμωμένο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ που επιδιώκει να εκπροσωπήσει την Κεντροαριστερά. Αν το πετύχει, η πολιτική γεωγραφία της χώρας μπορεί να αλλάξει ριζικά – και μάλιστα σύντομα.
