Η Σμύρνη, πόλη-σύμβολο του Ελληνισμού της Ανατολής, βυθίστηκε στην απόλυτη τραγωδία τον Σεπτέμβριο του 1922. Στις 13 Σεπτεμβρίου ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά που κατέστρεψε ολοκληρωτικά την κοσμοπολίτικη «Μικρασιάτισσα πόλη», σηματοδοτώντας το οριστικό τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας και τον ξεριζωμό χιλιάδων ανθρώπων.
Η είσοδος του τουρκικού στρατού
Μετά την κατάρρευση του μετώπου, ο τουρκικός στρατός υπό τον Μουσταφά Κεμάλ μπήκε στη Σμύρνη στις 9 Σεπτεμβρίου 1922. Ακολούθησαν λεηλασίες, εκτελέσεις και βία κατά του άμαχου πληθυσμού. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 13 Σεπτεμβρίου, ξέσπασε πυρκαγιά που εξαπλώθηκε γρήγορα, κατακαίγοντας τις ελληνικές και αρμενικές συνοικίες, ενώ οι τουρκικές και εβραϊκές περιοχές έμειναν σχεδόν ανέπαφες.
Το δράμα των εγκλωβισμένων
Χιλιάδες Έλληνες και Αρμένιοι βρέθηκαν παγιδευμένοι στην προκυμαία. Οι μαρτυρίες περιγράφουν σκηνές απελπισίας: οικογένειες χωρισμένες, παιδιά στην αγκαλιά των μανάδων τους, ηλικιωμένοι και πληγωμένοι που ζητούσαν βοήθεια, ενώ η πόλη πίσω τους καιγόταν. Ξένα πολεμικά πλοία βρίσκονταν στο λιμάνι, αλλά στην αρχή δεν παρενέβησαν. Σταδιακά, ξεκίνησε μια επιχείρηση διάσωσης, στην οποία συμμετείχαν αμερικανικά, βρετανικά και γαλλικά πλοία, σώζοντας χιλιάδες πρόσφυγες.
Ο ξεριζωμός και η μνήμη
Η πυρκαγιά της Σμύρνης σήμανε το τέλος της πολυαιώνιας ελληνικής παρουσίας στη Μικρά Ασία. Περίπου 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες κατέφυγαν στην Ελλάδα, αλλάζοντας για πάντα τον πληθυσμιακό, κοινωνικό και οικονομικό της χάρτη.
Η 13η Σεπτεμβρίου παραμένει έως σήμερα ημέρα μνήμης και τιμής για τις χαμένες πατρίδες και για τη δύναμη επιβίωσης εκείνων που ξεριζώθηκαν. Η καταστροφή της Σμύρνης δεν είναι μόνο ένα ιστορικό γεγονός, αλλά μια ανοιχτή πληγή που συνεχίζει να συγκινεί και να θυμίζει την αξία της ειρήνης.