Τα τρόφιμα εξακολουθούν να αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους παράγοντες πίεσης για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά, καθώς απορροφούν σημαντικό κομμάτι του οικογενειακού προϋπολογισμού και αναδεικνύουν μεγάλες αποκλίσεις στο κόστος ζωής μεταξύ των χωρών.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, οι δαπάνες για τρόφιμα αντιστοιχούν κατά μέσο όρο σε περίπου 12% των συνολικών εξόδων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, σε αρκετά κράτη –κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης– το ποσοστό αυτό φτάνει ή και ξεπερνά το 20%, δείχνοντας πόσο βαρύ είναι το κόστος διατροφής για τα χαμηλότερα εισοδήματα.

Για να αποτυπωθούν οι διαφορές, η Eurostat χρησιμοποιεί έναν δείκτη τιμών τροφίμων με βάση ένα «τυπικό» καλάθι αξίας 100 ευρώ στον μέσο όρο της ΕΕ. Χώρες με δείκτη πάνω από τις 100 μονάδες θεωρούνται ακριβότερες, ενώ όσες βρίσκονται κάτω από αυτό το όριο διαθέτουν φθηνότερες τιμές τροφίμων.

Στο χαμηλότερο άκρο της κλίμακας, η Βόρεια Μακεδονία ξεχωρίζει ως η πιο οικονομική χώρα για αγορές τροφίμων το 2024, με το ίδιο καλάθι να κοστίζει περίπου 73 ευρώ. Στον αντίποδα, η Ελβετία καταγράφει το υψηλότερο κόστος, με την αξία του καλαθιού να εκτοξεύεται στα 161 ευρώ – πάνω από 60% υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αξιοσημείωτο είναι ότι καμία από τις δύο αυτές χώρες δεν ανήκει στην ΕΕ.

Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ρουμανία εμφανίζει τις χαμηλότερες τιμές τροφίμων, ενώ το Λουξεμβούργο κατατάσσεται ως η πιο ακριβή αγορά. Παράλληλα, χώρες της ΕΖΕΣ, όπως η Νορβηγία και η Ισλανδία, συγκαταλέγονται επίσης στις ακριβότερες, επιβεβαιώνοντας ότι ο ευρωπαϊκός Βορράς παραμένει σταθερά «τσουχτερός» για τον καταναλωτή.

Η Ελλάδα τοποθετείται λίγο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με το ίδιο καλάθι τροφίμων να κοστίζει πάνω από 105 ευρώ. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζουν η Γαλλία, η Αυστρία, η Ιρλανδία και η Δανία. Αντίθετα, χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των Δυτικών Βαλκανίων –όπως η Βουλγαρία, η Τουρκία και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη– εμφανίζονται σαφώς πιο προσιτές.

Οι μεγάλες αυτές διαφορές δεν είναι τυχαίες. Παράγοντες όπως το κόστος παραγωγής, η ενέργεια, η δομή της εφοδιαστικής αλυσίδας και η έκθεση κάθε οικονομίας σε διεθνείς κρίσεις επηρεάζουν άμεσα τις τελικές τιμές. Τα τελευταία χρόνια, οι αυξήσεις στο κόστος ενέργειας και στις γεωργικές εισροές μετακυλίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση σε πιο ευάλωτες οικονομίες.

Το πιο κρίσιμο ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο οι τιμές αλλά το βάρος τους στα εισοδήματα. Σε χώρες όπου τα τρόφιμα καταναλώνουν πάνω από το ένα πέμπτο των συνολικών δαπανών, ακόμη και μικρές ανατιμήσεις μπορούν να πλήξουν σοβαρά το βιοτικό επίπεδο. Αντίθετα, στις πλουσιότερες οικονομίες, όπου το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο, ο αντίκτυπος παραμένει πιο περιορισμένος. Γι’ αυτό και το κόστος του «καλαθιού» τροφίμων θεωρείται ένας από τους πιο ευαίσθητους δείκτες κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων στην Ευρώπη.

Leave a Comment

Comments

No comments yet. Why don’t you start the discussion?

    Αφήστε μια απάντηση