Μια ηλικιωμένη γυναίκα από τη Ρουμανία χρησιμοποιούσε μια πολύτιμη πέτρα από κεχριμπάρι, αξίας άνω των 900.000 ευρώ, ως στοπ για την πόρτα του σπιτιού της, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική της αξία.
Η συγκεκριμένη πέτρα, βάρους 3,5 κιλών, εκτιμάται πως είναι ηλικίας μεταξύ 38,5 και 70 εκατομμυρίων ετών και συγκαταλέγεται ανάμεσα στα μεγαλύτερα κομμάτια κεχριμπαριού στον κόσμο.
Η γυναίκα βρήκε τον ημιπολύτιμο λίθο στον βυθό ενός ποταμού κοντά στο χωριό Colti, στη νοτιοανατολική Ρουμανία. Για δεκαετίες τον χρησιμοποιούσε καθημερινά στο σπίτι της ως σφήνα για την πόρτα, χωρίς ποτέ να αντιληφθεί την αξία του. Το ίδιο αγνόησαν και οι διαρρήκτες που εισέβαλαν κάποια στιγμή στο σπίτι της, κλέβοντας μονάχα χρυσά κοσμήματα μικρής αξίας, ενώ παρέβλεψαν την πέτρα.
Ο Daniel Costache, διευθυντής του Επαρχιακού Μουσείου του Μπουζάου, επιβεβαίωσε την ιστορία στην εφημερίδα EL PAÍS, σημειώνοντας πως το κεχριμπάρι φυλάσσεται πλέον στο μουσείο. Σύμφωνα με μέλη της οικογένειας της ηλικιωμένης, οι διαρρήκτες αναζήτησαν μανιωδώς τιμαλφή, όμως αγνόησαν εντελώς τον πραγματικό θησαυρό που βρισκόταν ακριβώς μπροστά τους.
Η Ρουμανία είναι γνωστή για τα πλούσια αποθέματα κεχριμπαριού, με την περιοχή του Μπουζάου να είναι μία από τις περιοχές όπου βρίσκονται άφθονα αυτά τα πολύτιμα πετράδια. Ο γεωλόγος Oscar Helm έδωσε στο ρουμανικό κεχριμπάρι το όνομα «ρουμανίτης» ή «κεχριμπάρι του Μπουζάου», εξαιτίας της μεγάλης ποικιλίας του και των αποχρώσεων που μπορεί να έχει – από το κόκκινο έως το μαύρο.
Μάλιστα, στην προστατευόμενη περιοχή του Μπουζάου έχουν βρεθεί πολλά κομμάτια κεχριμπαριού, πολλά από τα οποία περιέχουν απολιθωμένα έντομα, αράχνες, φτερά πουλιών, ακόμα και τρίχες ζώων, καθιστώντας τα πολύτιμα και από επιστημονική άποψη. Στην ίδια περιοχή βρίσκεται και το πρώην ορυχείο κεχριμπαριού Stramba, το οποίο υπήρξε από τα πιο παραγωγικά κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, αλλά έκλεισε από το κομμουνιστικό καθεστώς, καθώς θεωρήθηκε μη κερδοφόρο.